Η κοινωνικοποίηση του ανθρώπου αποτελεί βασικό, ίσως το βασικότερο στοιχείο της αγωγής των νέων, αφού ο άνθρωπος ως κοινωνικό ον πρωτίστως μπορεί να νοηθεί.
Ουσιώδες μέλημα του σχολείου είναι η κοινωνική ένταξη του παιδιού, η άσκησή του σε στάσεις και συμπεριφορές τέτοιες ώστε να συνυπάρχει, να συνεργάζεται και να αναπτύσσει σχέσεις με τους άλλους και να δρα ενεργητικά στη δημόσια σφαίρα, στους κοινωνικούς θεσμούς, στους αγώνες των κινημάτων και στην πολιτική ζωή.
Γιατί το παιδί οφείλει να συνειδητοποιήσει από μικρό – όπου τα βιώματα εγχαράσσονται με τον πιο ανάγλυφο τρόπο – ότι η κοινωνία δεν είναι άθροισμα ατόμων, αλλά αντίθετα συμπυκνώνει συλλογικούς αγώνες και αγωνίες, ότι η κοινωνία είναι μια υπερ-δομή στην οποία ο πολίτης ολοκληρώνει το «είναι» του και κατακτά τον κοινωνικό του ρόλο, στην οποία ο άνθρωπος αναζητά το νόημα της ζωής του και διερευνά τους τόπους της ελευθερίας του.
Η κοινωνικοποίηση γίνεται συχνά με αδιόρατο τρόπο καθώς ενηλικιώνεται ο νέος και η νέα, αλλά κυρίως επιτελείται μέσα από τους ποικίλους τυπικούς θεσμούς (οικογένεια, σχολείο, κράτος, θρησκεία, εργασία) αλλά και μέσα από άτυπα πεδία, όπως οι παρέες και οι φιλικές σχέσεις. Η κοινωνικοποίηση είναι η εσωτερική προσωπική αφομοίωση κοινωνικών ρόλων και συμβόλων, κανόνων και προτύπων, αξιών και συμπεριφορών που επικρατούν σε μια κοινωνία δεδομένης εποχής. Είναι το νήμα μέσω του οποίου οι κοινωνίες εξυφαίνουν την ιστορία τους και διαμορφώνουν το μέλλον τους.
Μεγάλη μορφή στη μελέτη της κοινωνικοποίησης είναι ο Εμίλ Ντυρκέιμ – ορίζεται και ως θεμελιωτής της σύγχρονης κοινωνιολογίας – ο οποίος περιγράφει τη διαδικασία μέσω της οποίας ο άνθρωπος γίνεται κοινωνικό ον. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Αριστοτέλης – αυτή η εμβληματική μορφή του Homo Universalis – μπορεί να θεωρηθεί ως ο πρώτος που ξεκινά μια μελέτη πάνω στην κοινωνικοποίηση του ανθρώπου μέσα από το πολυσχιδές και πλούσιο μορφωτικά έργο του.
Ωστόσο, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η κοινωνιολογία δεν έχει ακόμα ενηλικιωθεί, δεν έχει κατακτήσει μια ολιστική θεωρία, μια γενική, ενοποιητική θεωρία που θα ερμηνεύει καταλυτικά τη λειτουργία της κοινωνίας και την κοινωνικοποίηση. Ίσως γιατί σ’ αυτή τη λειτουργία εμπλέκονται εκ φύσεως και η έννοια της πολιτικής (για την κοινωνιολογία συνολικά) και η έννοια της παιδαγωγικής (για την κοινωνικοποίηση ειδικά), με αποτέλεσμα να εισέρχονται και ιδεολογικοί και πολιτισμικοί στόχοι, οπότε η αντικειμενικότητα της επιστήμης δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη. Σωστά διαπιστώνεται λοιπόν η έλλειψη μιας τέτοιας θεωρίας. «Μέχρι τώρα δεν έχει δημιουργηθεί μια ευρέως αποδεκτή θεωρία για την κοινωνικοποίηση. Υπάρχουν απλώς θεωρητικά μοντέλα που προσπαθούν να εξηγήσουν το φαινόμενο, με επικρατέστερα της εξελικτικής ψυχολογίας, της θεωρίας της μάθησης, της ψυχανάλυσης, της θεωρίας της αλληλεπίδρασης και της θεωρίας των ρόλων. Μερικά μοντέλα ανάλυσης θεωρούν τον άνθρωπο ως φυσικό (βιολογικό) ον, άλλα ως εξαρτημένο (κοινωνικό) ον, ενώ άλλα ότι είναι συνδυασμός και των δύο».
Οι διαφοροποιητικοί τρόποι λειτουργίας και υλοποίησης της κοινωνικοποίησης συναρτώνται και από τον οικονομική κατάσταση του ατόμου και από το μορφωτικό επίπεδο και από το γενικότερο πολιτισμικό φορτίο του ατόμου και από την εποχή που ζει. Η κοινωνικοποίηση είναι μια δυναμική λειτουργία που δεν σταματάει ποτέ. Δεν ολοκληρώνεται με την ενηλικίωση του ατόμου ούτε έχει στατικό και ενιαίο χαρακτήρα για όλους τους ανθρώπους. Έτσι, με δεδομένες λίγο – πολύ τις ίδιες συνθήκες μπορούμε να δούμε δύο νέους να έχουν διαφορετικές τροχιές κοινωνικο
Σημειώνεται, με αυτό τον τρόπο, το γεγονός ότι η κοινωνικοποίηση δεν είναι μια παθητική διαδικασία για τον άνθρωπου όπου όλο το «εξωτερικό περιβάλλον» εσωτερικεύεται και μορφοποιείται ως μηχανιστική ένταξη του ατόμου στην κοινωνία. Αντίθετα, η κοινωνικοποίηση είναι μια διαλεκτικού τύπου αλληλεπίδραση μεταξύ κοινωνίας και ανθρώπου, όπου στην κοινωνική εξέλιξη του κάθε ανθρώπου θα ισχύουν γενικοί κανόνες αλλά παράλληλα θα δίνει το παρόν της και η προσωπικότητα και η διαμορφούμενη κοσμοθεωρία κάθε ατόμου.
Το σχολείο οφείλει να δει με επιμελή και συστηματικό τρόπο την κοινωνικοποίηση ως μια βασική του αποστολή. Και βεβαίως η ίδια η μετάδοση της γνώσης και η αναπαραγωγή του πολιτισμικού πεδίου διαμορφώνουν πλαίσιο κοινωνικοποίησης επαγωγικά ή μη. Ιδιαίτερα τα σχολικά βιβλία ενοποιούν στάσεις και συμπεριφορές και ενσταλάζουν αξίες και πρότυπα με αδιόρατο πολλές φορές αλλά και με πολύ ισχυρό και σχεδόν καταλυτικό τρόπο. Η Διεθνής Έρευνα Σχολικών Βιβλίων έχει δείξει ότι «τα σχολικά εγχειρίδια αποτελούν μέσα κοινωνικοποίησης, εμπεριέχουν δηλαδή ιδεολογικά μηνύματα, με στόχο να κοινωνικοποιήσουν τους μαθητές, να τους μάθουν τρόπους ενέργειας, κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς, καθώς και το σύστημα αξιών που θα εξασφαλίσει την προσαρμογή τους στο κοινωνικό περιβάλλον»
Ωστόσο, αυτό δεν είναι αρκετό. Το σχολείο οφείλει να αναπτύξει πλούσια τη δική του σχολική ζωή. Να οργανώνει πολιτιστικές δραστηριότητες. Να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες κοινωνικού χαρακτήρα. Να καλλιεργεί μια εξωστρέφεια δίνοντας τη δυνατότητα στους μαθητές και στις μαθήτριες να γνωρίζουν βιωματικά τον τόπο τους, την μικρο-κοινωνία τους, τους παραγωγικούς τομείς κλπ. Το σχολείο δεν είναι ο μοναδικός θεσμός κοινωνικοποίησης των νέων, είναι όμως ο πιο συστηματικός, ο πιο διαπαιδαγωγικός και ο πιο μορφωτικός προς τούτο θεσμός. Και αυτή η συνολική παιδαγωγική του ευθύνη είναι εξ ολοκλήρου αμεταβίβαστη.
Άρθρο του Νίκου Τσούλια