Η Ιατρική στα μινωικά και μυκηναϊκά χρόνια
Είχαν γιατρούς, είχαν θεραπευτές, είχαν και μάγους. Ολοι τους είχαν λάβει κάποιου είδους εκπαίδευση, για την οποία δεν γνωρίζουμε τίποτα.
Γνωρίζουμε όμως πως στον μινωικό και τον μυκηναϊκό κόσμο, δηλαδή στην τρίτη και τη δεύτερη χιλιετία προ Χριστού, στον ελλαδικό χώρο υπήρχαν οργανωμένα συστήματα αντιμετώπισης των ασθενειών αν ήσουν στα ανάκτορα, αλλά υπήρχε μικρότερη οργάνωση αν έμενες στην ύπαιθρο, και ότι βότανα τα οποία και σήμερα χρησιμοποιούμε σαν καρυκεύματα αλλά και σε θεραπευτικά αφεψήματα ή αλοιφές χρησιμοποιούνταν και τότε. Οι κάθε είδους γιατροί, πάντως, ανήκαν σε ελίτ των συγκεκριμένων κοινωνιών.
Ο αρχαιολόγος παρουσιάζει πορίσματα και περιστατικά που σχετίζονται με το θέμα και τα οποία είναι εντυπωσιακά. «Σήμερα», λέει, «είναι γνωστό ότι στο τέλος της εποχής του Χαλκού η πραγματικότητα για όσους ζούσαν έξω από τα ανάκτορα, και ήταν συχνά συγκεντρωμένοι σε μικρά πυκνοκατοικημένα αστικά κέντρα, ήταν πολύ διαφορετική από εκείνη των καλοντυμένων και καλοθρεμμένων μορφών που απεικονίζονται στις τοιχογραφίες στην Κνωσό και αλλού. Χαρακτηριστική περίπτωση ήταν η Κυδωνία στον 13ο και τον 12ο αι. π.Χ.
Στις κοινότητες αυτές η υπερσυγκέντρωση του πληθυσμού, οι συνθήκες υγιεινής και η έλλειψη συχνά κατάλληλου νερού όταν συνδυαστούν με φτωχή, ανισόρροπη και συχνά μόνο εποχική δίαιτα θα μπορούσαν να είχαν επιπτώσεις στον πληθυσμό που θα είχε ασθενή αντίσταση σε επιδημίες, όπως η δυσεντερία, τα σκουλήκια στα έντερα και ο τέτανος.
Η αντοχή σε αρρώστιες θα μειωνόταν μέχρι εξαφάνισης και οι παιδικές αρρώστιες, όπως η διάρροια, η διφθερίτιδα, ο βήχας και ο κόκκινος πυρετός, θα απέβαιναν συχνά μοιραίες. Από την άλλη μεριά το υπερπόντιο εμπόριο θα είχε εισαγάγει και εξαπλώσει επικίνδυνους μικροοργανισμούς από άλλες χώρες».
Είχαν ανακαλύψει και χρησιμοποιούσαν αντίδοτα και αλοιφές. Τα συμπτώματα και οι ασθένειες ήταν: η δυσπεψία, οι κακώσεις στα χέρια και στα πόδια, η αναπνευστική λοίμωξη, η αγγειοπάθεια, οι νευρικές διαταραχές, οι πονοκέφαλοι, η ξηρότητα λαιμού και η ζάλη. Οι αναλύσεις ιζημάτων σε χονδροειδή μαγειρικά σκεύη εντόπισαν κατάλοιπα από φαρμακευτικά βότανα, φυτικά έλαια και κερί, αναμεμειγμένα με ρητινωμένο κρασί. Αυτό δείχνει ότι έφτιαχναν ρόφημα ως αντίδοτο στα συμπτώματα που αναφέραμε. Σε μία περίπτωση ανιχνεύθηκαν ιχνοστοιχεία γάλατος και βουτύρου που πιθανόν χρησίμευαν για την παρασκευή αλοιφών για τα εγκαύματα. Ποια είναι τα φυτικά συστατικά που ανιχνεύθηκαν; Ανηθος, κορίανδρο, κύμινο, μάραθο, λουίζα. Δηλαδή αυτά που μαθαίνουμε αργότερα από τις πινακίδες της Γραμμικής Β.
Τα αρχαιότερα δείγματα χειρουργικού τρυπανισμού έχουν ανακαλυφθεί στο ταφικό σπήλαιο/οστεοφυλάκιο του Αγίου Χαραλάμπους στο Οροπέδιο Λασιθίου και χρονολογείται στα 1850 π.Χ. Τα αμέσως μετά αρχαιότερα δείγματα τρυπανισμού προέρχονται από τον ταφικό Περίβολο Β των Μυκηνών, ενώ τρυπανισμοί υπάρχουν και σε κρανία από το νεκροταφείο των Αρμένων.
Σημαντικά είναι και τα γραπτά κατάλοιπα. Ο κ. Βασιλάκης αναφέρει πως σε πινακίδες της Γραμμικής Β από την Πύλο, την Κνωσό και τις Μυκήνες υπάρχει το όνομα i-ja-te ιητήρ (ιατήρ-ιατρός) και καταγραφές βοτάνων και φυτών, πολλά από τα οποία χρησίμευαν ως φάρμακα.
Στον χώρο του Αιγαίου έχουν βεβαιωθεί αρρώστιες που αφήνουν σημάδια στα οστά (ελονοσία, σιδηροπενική αναιμία, πολιομυελίτιδα, φυματίωση, σταφυλόκοκκος, σαλμονέλα, αβιταμίνωση, σκορβούτο, μεταστατικός καρκίνος των οστών, οστεοαρθρίτιδες κ.ά.).
Τα ανάκτορα στην ηπειρωτική Ελλάδα «φαίνεται ότι είχαν τους δικούς τους γιατρούς, που ανήκαν στις οικογένειες των ευγενών που ασχολούνταν με την πρακτική χειρουργική και τη λειτουργική θεραπευτική. Ενας γυναικείος σκελετός στις Μυκήνες, που χρονολογείται περίπου στα 1550 π.Χ., ανήκε στην άρχουσα τάξη, όπως βεβαιώθηκε από την ποιότητα των κτερισμάτων που τη συνόδευαν. Η γυναίκα είχε ένα τέλεια θεραπευμένο τριπλό κάταγμα στο δεξιό βραχιόνιο, μια περίπτωση που δεν μπορούσε να αποκατασταθεί με φυσικό τρόπο.