Ένα στα τέσσερα κορίτσια πάσχει από κλινική κατάθλιψη προτού κλείσει τα δεκατέσσερα χρόνια, σύμφωνα με έρευνα που πυροδότησε νέους φόβους μήπως και οι έφηβοι στη Βρετανία πάσχουν από μία επιδημία κακής ψυχικής υγείας. Η μελέτη διαπίστωσε ότι το 24% των δεκατετράχρονων κοριτσιών και το 9% των αγοριών της ίδιας ηλικίας πάσχουν από κατάθλιψη. Αυτό σημαίνει ότι 166 χιλιάδες κορίτσια και 67 χιλιάδες αγόρια σε ολόκληρη τη Βρετανία είναι θλιμμένα.
Τα ευρήματα της έρευνας βασίζονται στον τρόπο με τον οποίο δέκα χιλιάδες έφηβοι περιέγραψαν ό,τι νιώθουν. Τα δεδομένα περιλαμβάνουν ερωτήσεις σχετικά με το πώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η εικόνα του σώματος αλλά και τα διάφορα άγχη που έχουν κάποια σχέση με το σχολείο επηρεάζουν την ψυχική υγεία των νεαρών ανθρώπων. Επίσης, από τα αποτελέσματα της έρευνας προκύπτει ότι το μικρό οικογενειακό εισόδημα αλλά και η εθνικότητα μπορεί να διαδραματίζουν κάποιο ρόλο στην κακή ψυχική υγεία.
«Γνωρίζουμε ότι τα κορίτσια της εφηβικής ηλικίας αντιμετωπίζουν ένα ευρύ φάσμα πιέσεων, όπως είναι το σχολικό στρες, η εικόνα του σώματος και ο σχολικός εκφοβισμός, καθώς και οι διάφορες πιέσεις που προέρχονται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», εξηγεί ο Μαρκ Μπους, επικεφαλής της οργάνωσης Young Minds. «Οι δύσκολες εμπειρίες κατά την παιδική ηλικία, όπως είναι το πένθος, η οικιακή βία και η παραμέληση, μπορεί να έχουν σημαντικές συνέπειες αρκετά χρόνια αργότερα».
Η συντονίστρια της έρευνας, δρ Πραβίθα Παταλάι, τόνισε ότι τα ευρήματα της μελέτης αποκαλύπτουν τα «ανησυχητικά υψηλά ποσοστά κατάθλιψης» στα δεκατετράχρονα κορίτσια, αλλά και τις ψυχικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι σημερινές έφηβες συγκριτικά με τις προηγούμενες γενιές.
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε από ακαδημαϊκούς του University College του Λονδίνου και του Πανεπιστημίου του Λίβερπουλ και χρηματοδοτήθηκε από το Συμβούλιο Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών. Διαπιστώθηκε ότι αγόρια και κορίτσια ηλικίας από τριών μέχρι έντεκα ετών, σε ποσοστό γύρω στο 10%, υπέφεραν από συναισθηματικά προβλήματα και ένιωθαν κατάθλιψη και άγχος, όπως κατήγγειλαν οι γονείς τους. Ωστόσο, αν και τα προβλήματα αυτά παρέμειναν σταθερά ανάμεσα σε αγόρια και κορίτσια στις ηλικίες από έντεκα έως δεκατεσσάρων ετών, αυξάνονταν από το 12% στο 18% στα κορίτσια και πάλι όπως αυτό διαφαίνεται μέσα από τις καταγγελίες των γονέων τους. Οταν, όμως, τα δεκατετράχρονα αγόρια και κορίτσια ρωτήθηκαν για την ψυχική τους υγεία, αποκάλυψαν ότι ένιωθαν κατάθλιψη σε ποσοστό μεγαλύτερο από το 18% που είχαν καταγγείλει οι γονείς τους. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι γονείς δεν έχουν ορθή αντίληψη της έκτασης του προβλήματος ή ότι δεν καταφέρνουν να αντιληφθούν τα σημάδια της κατάθλιψης στα δεκατετράχρονα κορίτσια.