ΜΑΡΙΑ ΚΑΤΣΟΥΝΑΚΗ εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Οι 106 φοιτητές του τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών που παρέδωσαν την ίδια εργασία στο μάθημα «Δυναμικά Μαθηματικά Υποδείγματα» είναι «δικά μας» παιδιά.
Μαθήτευσαν στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, έδωσαν εισαγωγικές εξετάσεις παπαγαλίζοντας, εν πολλοίς, τις σωστές απαντήσεις. Πανηγύρισαν την είσοδό τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που κατέκτησαν με κόπο και χρήματα (φροντιστήρια, έξοδα, στη συνέχεια, για την εγκατάστασή τους στην Πάτρα, εάν προέρχονται από άλλα μέρη της Ελλάδας, κ.ο.κ.).
Η συνέχεια είναι, λίγο-πολύ, γνωστή.
Οι νεολαίες των πολιτικών κομμάτων προμηθεύουν με σημειώσεις και άλλες διευκολύνσεις, η παρακολούθηση των μαθημάτων ποικίλλει ανάλογα με τις σχολές, οι συνθήκες είναι καταγεγραμμένες και πληθωρικά σχολιασμένες.
Όσο, πληθωρικά σχολιασμένη, είναι και η μαζική αντιγραφή των 106 φοιτητών.
Γιατί όμως η πράξη της αντιγραφής είναι καταδικαστέα και οφείλει –ασφαλώς– να έχει συνέπειες ενώ η παπαγαλία θεωρείται ευκταία και αναπόσπαστη διαδικασία του εκπαιδευτικού μας συστήματος;
Το ερώτημα είναι ρητορικό, αφού οι αντιγραφείς και οι παπαγαλίζοντες δεν μπορούν να συγκριθούν.
Όμως και οι δύο κατηγορίες οδηγούν την κούρσα της εκπαίδευσης και, αν το καλοσκεφτούμε, η μία αποτελεί προϋπόθεση ή και συμπλήρωμα της άλλης.
Από την παπαγαλία στην αντιγραφή, και αντιστρόφως, ούτε ένα τσιγάρο δρόμος.
Κοινή και στέρεα βάση και των δύο: δεν έχουν σημασία οι ερωτήσεις αφού οι απαντήσεις είναι «δεδομένες».
Αποστηθίζονται και μεταφέρονται αυτούσιες από τον έναν φοιτητή στον άλλον.
Η κατανόηση περιττεύει, όπως και ο συναφής κόπος και η προσπάθεια.
Οχι ότι η παπαγαλία ή η αντιγραφή δεν απαιτεί δεξιότητες. Ομως το αποτέλεσμα καθορίζει και την εξέλιξη μιας κοινωνίας, συνολικά.
Αλλοι πολίτες «παράγονται» από τη διαδικασία της κατανόησης ενός κειμένου και άλλοι από την παπαγαλία και την αντιγραφή. Η πρώτη «παράγει» καλύτερο δημόσιο διάλογο, δημόσιο έλεγχο, καλύτερα μέσα ενημέρωσης.
Η δεύτερη απλώς «αναπαράγει»: εξυπηρετεί την, συντηρούμενη, αθλιότητα της συναλλαγής των φοιτητικών παρατάξεων, την αναξιοκρατία, την υποβάθμιση της αριστείας.
Η πρώτη προάγει την κρίση, τη σκέψη, την ικανότητα σύνθεσης, διευρύνει τη γνώση.
Όταν ατονεί η κρίση, ανοίγει ο δρόμος στη χειραγώγηση, στη δημαγωγία ή στην αδιαφορία.
Οι «106» δεν ξεφύτρωσαν από το πουθενά.
Μπορεί να μην αισθάνθηκαν καν ότι κάνουν κάτι κακό ή λάθος.
Βαθμολογούνται, εξάλλου, για την απομνημόνευση, όχι για την υπευθυνότητα.