Οκτώ μέτρα για τον επαναπατρισμό των νέων που έφυγαν στην κρίση

Σχεδόν μισό εκατομμύριο Έλληνες εγκατέλειψαν τη χώρα την περίοδο 2008-2017, τελευταία χρονιά για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, αναζητώντας καλύτερη τύχη στο εξωτερικό, κυρίως στη Γερμανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο

. Σε αντίθεση, μάλιστα, με ό,τι συνέβαινε με τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα των δεκαετιών του ’50 και του ’60, η πλειονότητα όσων έφυγαν αφορά αποφοίτους ανώτατης εκπαίδευσης, οι οποίοι στην Ελλάδα αδυνατούσαν να βρουν δουλειά και κυρίως αδυνατούσαν να βρουν δουλειά με μισθό ισάξιο των προσόντων τους. Σε ειδική έκθεση που δημοσιοποίησε χθες ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) προτείνει σειρά μέτρων όχι μόνο για την ανάσχεση της τάσης φυγής από τη χώρα, αλλά ακόμη και για την αντιστροφή της, μέτρα που ξεκινούν από την ενίσχυση της μεταποίησης και τις συνενώσεις επιχειρήσεων έως τη μείωση –πάντα– του μη μισθολογικού κόστους.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα επίσημα στοιχεία, την περίοδο 2008-2017 έφυγαν από τη χώρα 467.765 Έλληνες πολίτες, με την καθαρή εκροή (εάν αφαιρεθεί, δηλαδή, ο αριθμός πολιτών που επέστρεψε στην Ελλάδα την ίδια περίοδο) να ανέρχεται σε 192.493 άτομα, αριθμός που αντιστοιχεί στο 1,9% του μέσου πληθυσμού της προαναφερθείσας περιόδου.

Το 86,3% αυτών που μετανάστευσαν ήταν ηλικίας 15-64 ετών, ενώ το 51,4% ανήκει στην πλέον παραγωγική ηλικιακή ομάδα (25-44 ετών) και σε απόλυτους αριθμούς πρόκειται για 125.397 άτομα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι από το μέσο σύνολο του ελληνικού πληθυσμού που βρίσκεται στην ηλικιακή ομάδα 25-44 έτη, το 8,4% μετανάστευσε την περίοδο 2008-2017 και υπολογίζεται ότι το 4,6% παραμένει ακόμη στο εξωτερικό.

Πτυχιούχοι

Δεδομένου του γεγονότος ότι ο αριθμός των πτυχιούχων που μετανάστευσε την κρίσιμη δεκαετία υπολογίζεται ότι κυμαίνεται από 91.250 έως 123.289 (ανάλογα με τις παραδοχές για το ποσοστό των πτυχιούχων στις εκροές – εισροές), εκτιμάται ότι ένα ποσοστό της τάξεως του 5,9% έως 8% των Ελλήνων πτυχιούχων ηλικίας 25-64 ετών αποχώρησε από τη χώρα και παραμένει στο εξωτερικό.

Μία από τις βασικότερες αιτίες είναι το χαμηλό επίπεδο των μισθών. Το καθαρό μέσο ετήσιο εισόδημα που δήλωσαν οι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης το 2018 ήταν κατά 36% χαμηλότερο σε σχέση με αυτό που δήλωσαν το 2008 (12.320 ευρώ έναντι 19.278 ευρώ). Το αντίστοιχο μέσο ετήσιο εισόδημα στην Ε.Ε. είναι 26.704 ευρώ, ποσό υπερδιπλάσιο από αυτό στην Ελλάδα.

Στα μέτρα που προτείνει ο ΣΕΒ για την αντιμετώπιση του φαινομένου συγκαταλέγονται τα εξής:

• Αύξηση του ποσοστού της βιομηχανίας στο 12% του ΑΕΠ, από 9,6% που είναι σήμερα, και μεσοπρόθεσμα στο 15%. Ο ΣΕΒ εκτιμά ότι η σύγκλιση της ελληνικής βιομηχανίας με τις ευρωπαϊκές τάσεις θα δημιουργήσει σταδιακά 550.000 νέες θέσεις εργασίας.

• Παραγωγική μεγέθυνση των επιχειρήσεων, ώστε να αυξηθεί η παραγωγικότητά τους. Η δημιουργία 8.000 περισσότερων μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων μέσα από ανακατανομή του αριθμού των πολύ μικρών επιχειρήσεων υπολογίζεται ότι θα προσθέσει 7,7 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ και 100.000 θέσεις εργασίας έως το 2025.

• Ειδικό καθεστώς μειωμένης φορολόγησης για φυσικά πρόσωπα που εγκαθίστανται ως φορολογικοί κάτοικοι και συνάπτουν σύμβαση εξαρτημένης εργασίας στην Ελλάδα.

• Επιδότηση μισθού ή εργοδοτικών εισφορών για την πρόσληψη Ελλήνων με αποδεδειγμένη εργασιακή εμπειρία στο εξωτερικό.

• Χορήγηση επιδόματος μετεγκατάστασης.

• Σταδιακή μείωση των φορολογικών συντελεστών και των ασφαλιστικών εισφορών.

• Επιβράβευση της καλής απόδοσης των εργαζομένων.

• Παροχή της δυνατότητας τηλεργασίας ορισμένες ημέρες την εβδομάδα.

 

πηγή

Απάντηση