Γνωμοδότηση: Με ποινές κινδυνεύουν οι εκπαιδευτικοί που συμμετέχουν σε επαναπροκηρυχθείσα απεργία-αποχή της οικείας ΕΛΜΕ, από την αξιολόγηση.
Ο μέσος εκπαιδευτικός τελεί εν γνώσει των δικαστικών αποφάσεων και άρα κατ’ουσίαν ξέρει ότι συμμετέχει σε μία απεργία που ως προς τα αιτήματά της έχει κριθεί καταχρηστική
Α. Το υπ.Παιδείας και Θρησκευμάτων (και χωρίς να χρειαστεί να προσφύγει δικαστικώς για να κριθεί παράνομη η προκηρυχθείσα απεργία-αποχή της οικείας ΕΛΜΕ με τα αυτά αιτήματα που είχε η απεργία-αποχή της ΟΛΜΕ που αποτέλεσε αντικείμενο δικαστικής κρίσεως) θα μπορούσε να προβεί σε επιβολή των κυρώσεων του άρθρου 56 ν.4823/2021 σε βάρος των εκπαιδευτικών που συμμετέχουν σε μία τέτοια απεργία-αποχή και τούτοι δεν θα μπορούσαν να επικαλεσθούν το τεκμήριο νομιμότητας της νέας απεργίας-αποχής που προκήρυξε η οικεία ΕΛΜΕ, καθότι βάσει της ΟλΑΠ 23/2004, κάμψη της συνδικαλιστικής προστασίας επέρχεται εφόσον μπορεί ο εργοδότης να αποδείξει ότι ο μέσος συνετός εργαζόμενος μπορεί να αντιληφθεί τον παράνομο και καταχρηστικό χαρακτήρα της απεργίας στην οποία μετέχει.
Β. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω τούτο μπορεί να αποδειχθεί εν προκειμένω, αφού το Υπ.Παιδείας και Θρησκευμάτων είναι σε θέση να αποδείξει ότι οι εκπαιδευτικοί τελούν εν γνώσει των αποφάσεων του Εφετείου και του Πρωτοδικείου που εξεδόθησαν για την απεργία-αποχή των ΟΛΜΕ, ΟΙΕΛΕ και ΑΔΕΔΥ.
Γ. Επιπρόσθετα ωστόσο, πρέπει να παρατηρηθεί ότι και στις τρεις περιπτώσεις επαναπροκήρυξης της αυτής απεργίας-αποχής που αποτέλεσε κατά τα ανωτέρω αντικείμενο δικαστικής κρίσεως, θα έθετε ζήτημα καταχρηστικής ασκήσεως του οικείου δικαιώματος κατά την διάταξη του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα, ενόψει ότι η επαναπροκήρυξη απεργίας-αποχής με τα αυτά αιτήματα που εξετάστηκαν από δύο πρωτοβάθμια και ένα δευτεροβάθμιο δικαστήριο, θα συνιστούσε περίπτωση καταστρατήγησης των κείμενων διατάξεων και δικαστικών αποφάσεων, αφού η επαναπροκηρυχθείσα αυτή απεργία-αποχή αποβλέπει κατ’ουσίαν σε ένα αποτέλεσμα που ήδη αποδοκιμάστηκε-καλώς ή κακώς-από την έννομη τάξη μέσω των εκδοθεισών δικαστικών αποφάσεων που προπαρατέθηκαν. Στο μέτρο δε που το Υπ.Παιδείας και Θρησκευμάτων είναι σε θέση να αποδείξει ότι ο συμμετέχων σε μία τέτοια επαναπροκηρυχθείσα απεργία-αποχή εκπαιδευτικός τελεί εν γνώσει των εν λόγω δικαστικών αποφάσεων, είναι σαφές ότι μπορεί να αποδείξει ότι δεν ευρίσκεται στο χώρο της συγγνωστής νομικής πλάνης, ώστε να τύχει προστασίας εκ του τεκμηρίου νομιμότητας που έχει αναγνωρίσει η ΟλΑΠ 23/2004.
Δ. Ο μέσος εκπαιδευτικός τελεί εν γνώσει των προαναφερόμενων δικαστικών αποφάσεων και άρα κατ’ουσίαν ξέρει ότι συμμετέχει σε μία απεργία που ως προς τα αιτήματά της έχει κριθεί καταχρηστική έστω για άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Η γνώση αυτή που προκύπτει από τα δελτία τύπου του Υπουργείου Παιδείας και τα ΜΜΕ που έχουν δημοσιεύσει τα αποτελέσματα όλων των δικαστικών αποφάσεων που εξεδόθησαν για την απεργία-αποχή με αίτημα την κατάργηση των ανωτέρω νομοθετικών διατάξεων και υπουργικών αποφάσεων τον στερεί από το απαιτούμενο βαθμό καλής πίστης και προστατευόμενης εμπιστοσύνης σε σχέση με την νομιμότητα της επαναπροκηρυχθείσας απεργίας-αποχής στην οποία συμμετέχει, αφού παρά την θεραπεία της διατυπώσεως υποβολής αιτήματος διεξαγωγής δημοσίου διαλόγου προς τον ΟΜΕΔ τούτη εφόσον προσβαλλόταν δικαστηριακώς μετά βεβαιότητας θα κρινόταν καταχρηστική λόγω των δύο δικαστικών αποφάσεων που έκριναν παράνομες και καταχρηστικές τις απεργιακές κινητοποιήσεις της ΟΙΕΛΕ και της ΑΔΕΔΥ.
Τα παραπάνω αναφέρει Γνωμοδότηση της Νομικής Συμβούλου της ΟΛΜΕ Μ. Παναγοπούλου, στα ακόλουθα ερωτήματα του κορυφαίου συνδικαλιστικού οργάνου των καθηγητών:
1. Εάν η ΟΛΜΕ προέβαινε σε επαναπροκήρυξη της απεργίας-αποχής που κρίθηκε παράνομη, χωρίς να τηρήσει τις δύο διατυπώσεις που κρίθηκαν (πρωτοδίκως και τελεσιδίκως) επιβεβλημένες να τηρηθούν πριν την προκήρυξη απεργίας-αποχής, θα καλύπτονταν οι συμμετέχοντες εκπαιδευτικοί, υπό την έννοια ότι δεν θα κινδύνευαν να αποτελέσουν δέκτες
των κυρώσεων του άρθρου 56 ν.4823/2021 ή/και των εν γένει συνεπειών συμμετοχής σε παράνομη απεργία (στέρηση μισθού κ.ο.κ);
2. Διαφοροποιείται η απάντηση στο πρώτο ερώτημα εάν η ΟΛΜΕ προέβαινε σε επαναπροκήρυξη της απεργίας-αποχής θεραπεύοντας μόνο την πλημμέλεια που αφορά στην υποβολή αιτήματος διεξαγωγής δημοσίου διαλόγου ενώπιον του ΟΜΕΔ;
3. Διαφοροποιείται η απάντηση στο πρώτο και δεύτερο ερώτημα, εάν την (επανα)προκήρυξη της απεργίας-αποχής αποφάσιζαν οι πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις-ΕΛΜΕ;
ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΟΙΞΕΤΕ ΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ
πηγή: https://www.esos.gr/