Η εκπαίδευση ως δείκτης ευημερίας: Υφιστάμενη κατάσταση και προοπτικές στην Ευρωπαϊκή Ένωση

«Η εκπαίδευση είναι αναγκαία για τη ζωτικότητα της ευρωπαϊκής κοινωνίας και οικονομίας. Στόχος του Ευρωπαϊκού Χώρου Εκπαίδευσης είναι να προσφέρει στις κοινότητες εκπαίδευσης και κατάρτισης τη στήριξη που χρειάζονται για να εκπληρώσουν τη βασική αποστολή τους σε απαιτητικούς αλλά και συναρπαστικούς καιρούς» (Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen).

Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων, μεταξύ των είκοσι (20) αρχών – δράσεων περιλαμβάνεται η θεμελιώδης αρχή ότι κάθε άτομο έχει δικαίωμα σε ποιοτική και χωρίς αποκλεισμούς εκπαίδευση, κατάρτιση και δια βίου μάθηση, προκειμένου να διατηρήσει και να αποκτήσει δεξιότητες που του επιτρέπουν να συμμετέχει πλήρως στην κοινωνία και να διαχειρίζεται με επιτυχία τις μεταβάσεις στην αγορά εργασίας.

Η έξαρση της πανδημίας επισκίασε χρόνια προβλήματα, τα οποία όμως, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια της οικονομικής και της υγειονομικής κρίσης, συνεχίζουν να υποσκάπτουν τα θεμέλια της κοινωνίας, απειλώντας την συνοχή και την ίδια την υπόστασή της.

Η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός ανέκαθεν αποτελούσαν βραδυφλεγείς βόμβες στους κόλπους κάθε κοινωνίας. Δύο έννοιες αλληλοεξαρτώμενες και ικανές να θέσουν τον ανθρώπινο βίο σε μιαν ατέρμονα, επαναλαμβανόμενη περιστροφή, με δυσάρεστες συνέπειες στην ποιότητα ζωής. Ο κοινωνικός αποκλεισμός επηρεάζει αρνητικά τις σχολικές επιδόσεις και την υγεία, γεγονός που οδηγεί σε απομάκρυνση του ατόμου από τον χώρο της εκπαίδευσης, κατάσταση που ευθύνεται για μακροχρόνια ανεργία, η οποία οδηγεί το άτομο σε συνθήκες φτώχειας που με την σειρά της οδηγεί στον κοινωνικό αποκλεισμό, επιτείνοντας την έντασή του και τις επιπτώσεις του σε ατομικό επίπεδο. Αυτή η αντιστρόφως ανάλογη και ταυτόχρονα ατέρμονη σχέση εκπαίδευσης και κοινωνικού αποκλεισμού επιβάλλεται να τεθεί σε πρώτης προτεραιότητας πολιτικές παρεμβατικών σχεδιασμών.

Είναι αυτονόητο πως η επίδραση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού ήδη από τις μικρές ηλικίες έχουν σοβαρό αντίκτυπο στην  ικανότητα των παιδιών να επιτύχουν αργότερα, αφού η πιθανότητα εγκατάλειψης του σχολείου συνδέεται ευθέως με λιγότερες πιθανότητες εύρεσης αξιοπρεπούς εργασίας, γεγονός που οδηγεί στην ατέρμονα διαδρομή του εγκλωβισμού του ατόμου σε συνθήκες φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού.

Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το 2020, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, περισσότερο από το ένα τρίτο (34,7 %) όλων των ατόμων ηλικίας 18 ετών και άνω με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο (επίπεδα ISCED 0-2) στην Ε.Ε. διέτρεχαν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, σε σύγκριση με το 10,5% των πολιτών στην ίδια ηλικιακή ομάδα με τριτοβάθμιο (υψηλό) μορφωτικό επίπεδο (επίπεδα ISCED 5-8). Το αντίστοιχο ποσοστό για άτομα με μέσο μορφωτικό επίπεδο (επίπεδα ISCED 3-4) ήταν 19,9 % (πίνακας 1).

Πίνακας 1

Κίνδυνος φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως προς το επίπεδο εκπαίδευσης (%) – Έτος: 2020

Επίπεδο εκπαίδευσης

Ποσοστό που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού

Χαμηλό (ISCED levels 0-2)

34,7 %

Μέσο (ISCED levels 3-4 )

19,9 %

Υψηλό (ISCED levels 5-8)

10,5 %

Πηγή:  Eurostat (ilc_peps01n)(ilc_peps02n) and (ilc_peps04n)

Επεξεργασία: Γαλίτης Παντελής, 2021

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ποσοστά του κινδύνου φτώχειας στην χώρα μας σχετικά με το επίπεδο εκπαίδευσης. Για τους έχοντες λάβει εκπαίδευση μέχρι και την Γ΄ Γυμνασίου, τα τελευταία πέντε έτη το φάσμα της φτώχειας κινείται απειλητικά σε υψηλά ποσοστά, τα οποία όμως δεν φαίνεται να παρουσιάζουν τάσεις αποκλιμάκωσης: από 24,5% το 2016 σε 24,4% το 2020. Όσοι έχουν συμμετάσχει στην εκπαιδευτική διαδικασία κατά το δεύτερο στάδιο της δευτεροβάθμιας (ΕΠΑΛ – ΓΕΛ) μέχρι και το επίπεδο της μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (ΙΕΚ, ΜΑΘΗΤΕΙΑ στα ΕΠΑΛ), βλέπουν την τελευταία πενταετία τα ποσοστά κινδύνου φτώχειας να παρουσιάζουν σταθερή πτωτική πορεία: από 21,7% το 2016 στο 16,9% το 2020. Πτωτική πορεία παρουσιάζουν και τα αντίστοιχα ποσοστά που αφορούν στους έχοντες συμμετάσχει στο πρώτο ή – και – στο δεύτερο στάδιο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (σπουδές πτυχιακού ή – και – μεταπτυχιακού και διδακτορικού επιπέδου): από 10,2% το 2016 στο 7,7% το 2020 (πίνακας 2, παραπάνω).

Πίνακας 2

Κίνδυνος φτώχειας κατά επίπεδο εκπαίδευσης. Ελλάδα: 2016 – 2020

Έτη

Επίπεδο εκπαίδευσης

Προσχολική, πρωτοβάθμια και πρώτο στάδιο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης

ISCED 1 – 3

Δεύτερο στάδιο δευτεροβάθμιας και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση

ISCED 4 – 5

Πρώτο και δεύτερο στάδιο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης

ISCED 6 – 8

2016

24,5

21,7

10,2

2017

24,3

18,2

9,4

2018

22,8

18,2

8,6

2019

22,7

18,0

7,7

2020

24,4

16,9

7,1

Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ – Ελλάς με αριθμούς. Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2021

Επεξεργασία: Γαλίτης,Π. (2021)

Τα αποτελέσματα που παρουσιάζονται στα στοιχεία της Eurostat επιβεβαιώνουν ότι oι γυναίκες, οι νέοι ενήλικες, τα άτομα με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και οι άνεργοι είχαν, κατά μέσο όρο, περισσότερες πιθανότητες να κινδυνεύσουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό το 2020 σε σχέση με άλλες ομάδες του πληθυσμού της ΕΕ.

Στόχοι που τέθηκαν από την Ε.Ε. στο πλαίσιο της βελτίωσης της συμμετοχής στην εκπαίδευση και βαθμός επίτευξής τους

Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat:

  • Για την προσχολική εκπαίδευση στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τα παιδιά ηλικίας άνω των 4 ετών είχε τεθεί στόχος συμμετοχής τους σε αυτήν το ποσοστό του 95% από το 2009 ως το 2020. Σήμερα, το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 94,8%. Αυτό το ιδιαίτερα σημαντικό στάδιο της εκπαίδευσης έχει καίρια συνεισφορά στην μετέπειτα εκπαιδευτική διαδρομή, ιδίως για τα παιδιά από μειονεκτούντα περιβάλλοντα.
  • Οι μαθησιακές επιδόσεις των μαθητών/-τριών ηλικίας 15 ετών χαρακτηρίζονται ως χαμηλές στην κατανόηση κειμένου σε ποσοστό 22,5%, στα μαθηματικά σε ποσοστό 22,9% και στις θετικές επιστήμες σε ποσοστό 22,3%. Η Ε.Ε. συνολικά υστερεί και στους τρεις τομείς: περισσότερα από ένα στα πέντε παιδιά ηλικίας 15 ετών δεν μπορούν να ολοκληρώσουν απλές ασκήσεις σε αυτά τα διδακτικά αντικείμενα, με τα αρνητικά αυτά αποτελέσματα να συσχετίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε θέσει ως στόχο το 2009 την μείωση των ποσοστών αυτών κάτω του 15% ως το 2020, γεγονός που δείχνει μη επίτευξη των συγκεκριμένων επιδιωκόμενων στόχων.
  • Το ποσοστό των νέων που αποχωρούν από την εκπαίδευση χωρίς να λάβουν πτυχίο ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και δεν βρίσκονται πλέον σε κατάρτιση μειώθηκε από 14% το 2009 σε 10,2% το 2019 και, ως εκ τούτου, ο στόχος του 10% της ΕΕ επιτεύχθηκε ουσιαστικά. Αυτό το επίτευγμα συμβάλλει στην αντιμετώπιση της παγίδας του χαμηλού επιπέδου δεξιοτήτων για τους νεαρούς ενήλικες.
  • Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το 2019, τα άτομα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ηλικιακής ομάδας 18-24 ετών, τα οποία εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση ανέρχονται στο ποσοστό του 10,2%, με το 11,9% να αφορά στους άνδρες και το 8,4% στις γυναίκες. Με επίπεδο αναφοράς τους ημεδαπούς, το ποσοστό πρόωρης εγκατάλειψης της εκπαίδευσης για την ίδια ηλικιακή ομάδα ανέρχεται στο 8,9%, ενώ για τους αλλογενείς στο 22,2%. Ο στόχος της Ε.Ε. είχε οριστεί το 2009 για τα άτομα ηλικιακής ομάδας 18-24, τα οποία εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση, να εμφανίζουν ποσοστό μικρότερο του 10% ως το 2020.
  • Όσον αφορά στο μορφωτικό επίπεδο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για την ηλικιακή ομάδα των 30-34 ετών, αυτό ανερχόταν σε ποσοστό 40,3%, με το 35,1% να αφορά στους άνδρες και το 45,6% στις γυναίκες, ενώ σε επίπεδο εθνικής καταγωγής, το 41,3% αφορά στους ημεδαπούς και το 37,8% στους αλλογενείς. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε θέσει ως στόχο για το 2020 το ποσοστό του 40%. Η ολοκλήρωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετίζεται με περισσότερες ευκαιρίες εύρεσης και διατήρησης εργασίας, υψηλότερα εισοδήματα και μεγαλύτερη συμμετοχή στον δημοκρατικό βίο.
  • Η συμμετοχή ενηλίκων στην μάθηση (εκπαίδευση και κατάρτιση), για την ηλικιακή ομάδα των 25-64 ετών διαμορφώθηκε, ανά μορφωτικό επίπεδο, στο ποσοστό του 10,8%, με ειδικότερη κατανομή ανά μορφωτικό επίπεδο, ως εξής:
  • Χαμηλού μορφωτικού επιπέδου (ISCED 0-2): 4,3%
  • Μέτριου μορφωτικού επιπέδου (ISCED 3-4): 8,8%
  • Υψηλού μορφωτικού επιπέδου (ISCED 5-8): 19,0%

Ως στόχο η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε θέσει το 2009 το ποσοστό του 15% προς επίτευξη ως το 2020.

  • Το ποσοστό απασχόλησης των πρόσφατα αποφοίτων ηλικιακής ομάδας 20-34 ετών ήταν, κατά μέσο όρο 80,9%, με το 79,5% να αφορά στους αποφοίτους της Ανώτερης δευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης, στο 66,3% στους αποφοίτους της Ανώτερης δευτεροβάθμιας γενικής εκπαίδευσης και στο 85,5%  στους αποφοίτους της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε θέσει το 2009 ως στόχο για το 2020 το ποσοστό του 82%.

Στο νέο στρατηγικό θεματολόγιο της Ε.Ε. για την περίοδο 2019-2024, το οποίο εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 20 Ιουνίου 2019, τονίζεται ότι τα κράτη μέλη «πρέπει να αυξήσουν τις επενδύσεις στις δεξιότητες και την εκπαίδευση των πολιτών».

Ο ευρωπαϊκός πυλώνας κοινωνικών δικαιωμάτων που υιοθετήθηκε από κοινού το 2017 από τους ηγέτες της Ε.Ε. στη διάσκεψη κορυφής του Γκέτεμποργκ για τα κοινωνικά θέματα ορίζει, ως την πρώτη του αρχή, την ποιοτική και χωρίς αποκλεισμούς εκπαίδευση, κατάρτιση και διά βίου μάθηση. Στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2017 τονίζεται ότι «η παιδεία και ο πολιτισμός είναι κομβικής σημασίας για την οικοδόμηση συνεκτικών κοινωνιών χωρίς αποκλεισμούς και για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητάς μας» και προσδιορίζονται συγκεκριμένοι άξονες εργασίας προτεραιότητας – σύμφωνα με το όραμα της Επιτροπής για τον Ευρωπαϊκό Χώρο Εκπαίδευσης.

Το 2019, το ένα πέμπτο των νέων στην Ευρώπη ανέφερε ότι δεν διαθέτει βασικές ψηφιακές δεξιότητες. Ωστόσο, ορισμένες χώρες της ΕΕ έχουν καταφέρει να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους με την πάροδο του χρόνου, υλοποιώντας διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στον τομέα της εκπαίδευσης, αυξάνοντας την αυτονομία των σχολείων, καταπολεμώντας τις ανισότητες από τα πρώτα έτη εκπαίδευσης και επενδύοντας στους εκπαιδευτικούς. Η μη απόκτηση αυτών των βασικών δεξιοτήτων, οι οποίες είναι αναγκαίες για την περαιτέρω μάθηση, δημιουργεί ελλείψεις σε δεξιότητες, που με την σειρά τους έχουν σοβαρές συνέπειες καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής των ατόμων και απαιτούν διορθωτικά μέτρα όσον αφορά στην εκπαίδευση ενηλίκων.

Δυστυχώς, μέχρι σήμερα, η εκπαίδευση δεν καταφέρνει να περιορίσει τις εκπαιδευτικές ανισότητες που συνδέονται με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, παρά το γεγονός ότι τα εκπαιδευτικά συστήματα με τις υψηλότερες επιδόσεις είναι εκείνα που αποδίδουν μεγάλη αξία στο ζήτημα των ισότιμων ευκαιριών στην εκπαίδευση. Σε ολόκληρη την Ευρώπη, οι εκπαιδευτικές επιδόσεις των ατόμων ακολουθούν την κοινωνικοοικονομική τους προέλευση: Οι μαθητές από μειονεκτούντα περιβάλλοντα υπερεκπροσωπούνται μεταξύ των ατόμων που παρουσιάζουν χαμηλές επιδόσεις. Επίσης, οι χαμηλές επιδόσεις στην ανάγνωση και η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου είναι κατά μέσο όρο υψηλότερες μεταξύ των αγοριών απ’ ό,τι μεταξύ των κοριτσιών, ενώ και οι μαθητές που προέρχονται από αγροτικές περιοχές, όπως και αυτοί από οικογένειες μεταναστών παρουσιάζουν χαμηλότερες επιδόσεις. Επιπρόσθετα, η πανδημία Covid-19 έχει αναδείξει με ακόμη πιο αιχμηρό τρόπο τη σημασία της ένταξης και της ισότιμης συμμετοχής στην εκπαίδευση και έχει καταδείξει τη συνάφεια της υστέρησης στις μαθησιακές επιδόσεις με την κοινωνικοοικονομική προέλευση των μαθητών/-τριών.

Όσον αφορά στο φύλο, στην ΕΕ, οι γυναίκες έχουν κατά μέσο όρο υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης από τους άνδρες και παρουσιάζουν χαμηλότερα ποσοστά πρόωρης εγκατάλειψης της εκπαίδευσης και της κατάρτισης. Ωστόσο, υπάρχει ένα συνεχιζόμενο χάσμα μεταξύ των φύλων σε ορισμένα αντικείμενα σπουδών, συχνά σε εκείνα που οδηγούν σε καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Παρά την επίτευξη υψηλότερων βαθμολογιών όσον αφορά στον ψηφιακό γραμματισμό σε έρευνες για την εκπαίδευση, το 2018 οι γυναίκες αντιπροσώπευαν το 26% των φοιτητών στα επιστημονικά πεδία της μηχανολογίας, της μεταποίησης και των κατασκευών και μόνο το 18% όσον αφορά στις σπουδές στο πεδίο των ΤΠΕ. Επιπλέον, οι γυναίκες εξακολουθούν να υποεκπροσωπούνται σε θέσεις λήψης αποφάσεων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Εντός του Ευρωπαϊκού χώρου εκπαίδευσης διαχέεται η φιλοδοξία που δημιουργεί η νέα πρωτοβουλία: «Pathways to School Success» («Διαδρομές προς τη Σχολική Επιτυχία»), η οποία στοχεύει στην αποσύνδεση του μορφωτικού επιπέδου και των επιτευγμάτων από την κοινωνικοοικονομική καταγωγή του ατόμου. Η πρωτοβουλία αυτή φιλοδοξεί να βοηθήσει όλους τους μαθητές να αποκτήσουν ένα βασικό επίπεδο επάρκειας σε βασικές δεξιότητες.

Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Pathways to School Success» θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση σε ομάδες που διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο χαμηλών επιδόσεων και πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου, ενώ στην κατεύθυνση της προσπάθειας για τη μείωση της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου, η Επιτροπή θα συνεργαστεί με τα κράτη μέλη ώστε να αναπτύξουν από κοινού πολιτική καθοδήγηση σχετικά με τη μείωση του ποσοστού χαμηλών επιδόσεων και την αύξηση του ποσοστού ολοκλήρωσης της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Η προσπάθεια αυτή θα βασίζεται στους εξής τέσσερις πυλώνες:

  • Στην παρακολούθηση της εκπαιδευτικής διαδρομής (η οποία καθιστά δυνατή την εποπτεία και την ανάληψη στοχευμένης δράσης)
  • Στην πρόληψη (ιδίως για ομάδες που διατρέχουν κίνδυνο)
  • Στην έγκαιρη παρέμβαση (για μαθητές που αντιμετωπίζουν ήδη δυσκολίες)
  • Στην αντιστάθμιση (για εκείνους που έχουν ήδη ανεπαρκή αποτελέσματα και χρειάζονται μια δεύτερη ευκαιρία).

Η ψηφιοποίηση είναι μια επανάσταση όσον αφορά στον τρόπο που ζούμε, διδάσκουμε, μαθαίνουμε, εργαζόμαστε και επικοινωνούμε. Στον Ευρωπαϊκό χώρο εκπαίδευσης, η εκπαίδευση και η κατάρτιση πρέπει να ανταποκρίνονται πλήρως στα νέα ψηφιακά δεδομένα, ώστε οι μαθητές/-τριες να επωφεληθούν στο έπακρο από τις νέες τεχνολογίες και μεθόδους διδασκαλίας και μάθησης. Στο πλαίσιο αυτό, τα εκπαιδευτικά συστήματα της Ευρώπης καλούνται να διαδραματίσουν κρίσιμης σημασίας ρόλο στον μετριασμό των κινδύνων και την αξιοποίηση των ευκαιριών που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες και η τεχνητή νοημοσύνη. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι το 2019, το 56 % του πληθυσμού ηλικίας 16-74 ετών της ΕΕ ανέφερε ότι διέθετε τουλάχιστον βασικές ψηφιακές δεξιότητες, γεγονός που σημαίνει ότι περίπου το ήμισυ του πληθυσμού δεν διέθετε τις δεξιότητες που απαιτούνται για την πλειονότητα των θέσεων εργασίας σήμερα. Για να αντιμετωπίσει την έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων στη βάση της προοπτικής της διά βίου μάθησης και να ενισχύει την ψηφιακή ικανότητα και την ανθεκτικότητα των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης της Ευρώπης, η Επιτροπή προτείνει μια νέα ολοκληρωμένη προσέγγιση για την ψηφιακή μάθηση και εκπαίδευση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στο πλαίσιο του νέου σχεδίου δράσης για την ψηφιακή εκπαίδευση.

Προκειμένου να υπάρξει σταθερή πρόοδος στην κατεύθυνση της αύξησης της συμμετοχής στην εκπαίδευση και στην κατάρτιση, στην ισότιμη συμμετοχή στην εκπαιδευτική διαδικασία, στην μείωση των μειονεκτημάτων που οφείλονται σε μαθησιακές αδυναμίες, η Ε.Ε. έχει θέσει ως δέσμευση την επίτευξη των παρακάτω στόχων ως το 2030:

  • Το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 15 ετών με χαμηλή επίδοση στην ανάγνωση, τα μαθηματικά και τις επιστήμες θα πρέπει να είναι μικρότερο από 15%.
  • Το ποσοστό των ατόμων με χαμηλή επίδοση στις γνώσεις χρήσης υπολογιστών και πληροφοριών θα πρέπει να είναι μικρότερο από 15%.
  • Το 98% τουλάχιστον των παιδιών ηλικίας μεταξύ 3 ετών και της ηλικίας έναρξης της υποχρεωτικής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης θα πρέπει να συμμετέχει σε προσχολική εκπαίδευση.
  • Το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 20-24 ετών που διαθέτουν τουλάχιστον τίτλο ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης θα πρέπει να είναι 90 %.
  • Το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών με τριτοβάθμιο μορφωτικό επίπεδο θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 50 %.
  • Επιπλέον, όπως παρουσιάζεται στο θεματολόγιο δεξιοτήτων, έως το 2025, το 50% του πληθυσμού ενηλίκων στην ΕΕ θα πρέπει να συμμετέχει σε δραστηριότητες μάθησης σε ετήσια βάση.

Η επένδυση στην εκπαίδευση συνεχίζει να αποτελεί αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση της βελτίωσης της ποιότητας ζωής τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Προσπάθειες φαίνεται να αναλαμβάνονται ολοένα με μεγαλύτερη ένταση σε Ευρωπαϊκό επίπεδο με την φιλοδοξία αυτές να επεκταθούν σε εθνικό επίπεδο, προσδοκώντας σε βελτίωση των αρνητικών ή των καχεκτικών δεικτών που αφορούν στην ποιότητα και στην συμμετοχή στην εκπαιδευτική διαδικασία. Η πρόσφατη και σε πλήρη εξέλιξη πανδημία αν και λειτουργεί ως τροχοπέδη στις προσπάθειες αυτές, δεν θα πρέπει να αποτελέσει άλλοθι για την μη επίτευξη των προσδοκώμενων στόχων. Τα μέσα υπάρχουν. Εφόσον υφίσταται και η θέληση – όπως τουλάχιστον στο άρθρο αυτό διαφαίνεται σε επίπεδο Ε.Ε. – οι προοπτικές βελτίωσης της ποιότητας ζωής σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο, με παράλληλη μείωση των δεικτών της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, φαντάζουν ευοίωνες.

1. Ευρωπαϊκή Επιτροπή. (2020). ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ σχετικά με την υλοποίηση του Ευρωπαϊκού Χώρου Εκπαίδευσης έως το 2025. COM(2020) 625 final. Βρυξέλλες.

2. European Commission. (2017). The European Pillar of Social Rights in 20 principles. https://ec.europa.eu/info/strategy/priorities-2019-2024/economy-works-people/jobs-growth-and-investment/european-pillar-social-rights/european-pillar-social-rights-20-principles_en

3. Για τις επιδιωκόμενες δεξιότητες, βλ. σχετ.: European Commission. Employment, Social Affairs & Inclusion. https://ec.europa.eu/social/main.jsp?catId=1223&langId=en

4. Eurostat. (2021). At risk of poverty visualized. https://ec.europa.eu/eurostat/en/web/products-eurostat-news/-/edn-20211017-1

5. Eurostat. (2021). One in five people in the EU at risk of poverty or social exclusion. https://ec.europa.eu/eurostat/en/web/products-eurostat-news/-/edn-20211015-1

6. Ευρωπαϊκή Επιτροπή. (2020). ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ σχετικά με την υλοποίηση του Ευρωπαϊκού Χώρου Εκπαίδευσης έως το 2025. COM(2020) 625 final. Βρυξέλλες.

7. https://ec.europa.eu/commission/priorities/deeper-and-fairer-economic-and-monetary-union/european-pillar-social-rights_el

8. https://www.consilium.europa.eu/media/32204/14-final-conclusions-rev1-el.pdf

9. COM(2017) 673 final

10. Δείκτης Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας 2019    https://ec.europa.eu/information_society/newsroom/image/document/2018-20/el-desi_2018-country-profile-lang_4AA59C97-CC3B-7C25-9CE4F07248577AD8_52343.pdf

11. Hanushek, E.A. &  Woessmann, L. (2019).  The Economic Benefits of Improving Educational Achievement in the European Union: An Update and Extension, European Expert Network on Economics of Education (EENEE), Αναλυτική έκθεση αριθ. 39.

12. Το ποσοστό των χαμηλών επιδόσεων σε επίπεδο ΕΕ-27 ανέρχεται μόλις στο 9,5 % μεταξύ των μαθητών που εμπίπτουν στο ανώτερο τεταρτημόριο του κοινωνικοοικονομικού δείκτη. Ωστόσο, ανέρχεται σε 36,4 % μεταξύ των μαθητών που εμπίπτουν στο κατώτερο τεταρτημόριο της κοινωνικοοικονομικής κλίμακας (PISA 2018, κοινή έκθεση για την απασχόληση του 2019)

13. Για ανάλυση των συντελεστών συσχέτισης των μαθησιακών αποτελεσμάτων και της κατάστασης εκτός απασχόλησης, εκπαίδευσης ή κατάρτισης μεταξύ νεαρών ανδρών και γυναικών, βλ. ΟΟΣΑ (2015). The ABC of Gender Equality on education: Aptitude, Behaviour. Paris: PISA, OECD Publishing, Paris, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://doi.org/10.1787/9789264229945-en.

14. Η έννοια των «ατόμων που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών» περιλαμβάνει τόσο τους μετανάστες όσο και τα παιδιά αλλοδαπής καταγωγής που έχουν γεννηθεί στη χώρα μετανάστευσης των γονιών τους (τα παιδιά της λεγόμενης «δεύτερης γενιάς»). Ο ορισμός που χρησιμοποιείται στην έρευνα PISA του ΟΟΣΑ για τους μαθητές που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών περιλαμβάνει όλους τους μαθητές που έχουν γεννηθεί στο εξωτερικό (τόσο στην ΕΕ όσο και σε τρίτες χώρες), καθώς και τους γηγενείς μαθητές που προέρχονται από γονείς που έχουν γεννηθεί στο εξωτερικό.

15. Πρόκειται για τη βαθμολογία όσον αφορά στις γνώσεις χρήσης υπολογιστών και πληροφοριών στο πλαίσιο της διεθνούς μελέτης για τις γνώσεις χρήσης υπολογιστών και πληροφοριών (ICILS) του 2018. Για περισσότερες πληροφορίες: https://www.iea.nl/studies/iea/icils/2018

16. Δεδομένα για τα επίπεδα 5-8 της διεθνούς πρότυπης ταξινόμησης της εκπαίδευσης (ISCED), πηγή: https://appsso.eurostat.ec.europa.eu/nui/show.do?dataset=educ_uoe_enra03&lang=en

17. European Commission. (2021). The European Pillar of Social Rights Action Plan. https://op.europa.eu/webpub/empl/european-pillar-of-social-rights/en/#B50

18. Θα πρέπει να τονιστεί ότι το βασικό επίπεδο εκπαιδευτικής επάρκειας αντιστοιχεί στο Επίπεδο 2 στην έρευνα PISA του ΟΟΣΑ, η οποία ορίζει τα επίπεδα εκπαιδευτικής επάρκειας σε μια κλίμακα 6 σημείων. Η επάρκεια Επιπέδου 2 στην ανάγνωση αντιστοιχεί σε επίπεδο στο οποίο «οι αναγνώστες αρχίζουν να δείχνουν τις ικανότητες που θα τους επιτρέπουν να συμμετέχουν κατά τρόπο αποτελεσματικό και παραγωγικό στη ζωή ως δια βίου φοιτητές, εργαζόμενοι και πολίτες». Οι μαθητές που παρουσιάζουν χαμηλές επιδόσεις στο πλαίσιο της έρευνας PISA είναι εκείνοι που δεν καταφέρνουν να φτάσουν στο Επίπεδο 2, το οποίο είναι το ελάχιστο επίπεδο επάρκειας που απαιτείται για την επιτυχή συμμετοχή στην κοινωνία. Οι στόχοι της ΕΕ όσον αφορά στις χαμηλές επιδόσεις σε βασικές δεξιότητες και τις χαμηλές επιδόσεις στην ψηφιακή ικανότητα καθορίζονται από τη σχέση μεταξύ των εννοιών του βασικού επιπέδου και των χαμηλών επιδόσεων.

19. Σύσταση του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 2011, σχετικά με πολιτικές για τη μείωση της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου (ΕΕ C 191 της 1.7.2011, σ. 1).

Πηγή: foititikanea.gr

Απάντηση