Αναφερόμενοι στο Σχέδιο Νόμου «Ρυθμίσεις για την Ψηφιακή Εκπαιδευτική Πύλη και το Ψηφιακό Φροντιστήριο, επαγγελματικός προσανατολισμός στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, μέτρα στήριξης του εκπαιδευτικού συστήματος στις απομακρυσμένες περιοχές και λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού», επί των άρθρων 3, 5 και 10 παραθέτουμε τις παρακάτω παρατηρήσεις:
Α. Μοριοδότηση Εκπαιδευτικών του Ψηφιακού Φροντιστηρίου: Η παράγραφος 3β του άρθρου 3 προβλέπει δύο (2) μονάδες ανά έτος για εκπαιδευτικούς του Ψηφιακού Φροντιστηρίου, χωρίς ανώτατο όριο. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την υφιστάμενη νομοθεσία (άρθρο 33, Ν. 4823/2021), σύμφωνα με την οποία:
● Η διδακτική εμπειρία μοριοδοτείται με μία (1) μονάδα ανά έτος, με μέγιστο όριο εννέα (9) μονάδες.
● Η διοικητική εμπειρία των διευθυντών/ντριών σχολικών μονάδων μοριοδοτείται με 1,50 μονάδες ανά έτος, έως έξι (6) μονάδες και μία επιπλέον (1) μονάδα ανά έτος -ως διδακτική-, με ανώτατο όριο εννέα (9) μονάδες αντίστοιχα.
● Το συμβουλευτικό έργο των Συμβούλων Εκπαίδευσης μοριοδοτείται με 0,50 μονάδες ανά έτος, έως δύο (2) μονάδες, ενώ αυτό δεν θεωρείται παράλληλα διδακτική εμπειρία οπότε δεν μοριοδοτείται αντίστοιχα.
Η προτεινόμενη ρύθμιση δημιουργεί αδικίες και ανισότητες, υποβαθμίζοντας τόσο το έργο των Συμβούλων Εκπαίδευσης όσο και όλων των εκπαιδευτικών.
Συγκεκριμένα, στα καθήκοντα των Συμβούλων Εκπαίδευσης περιλαμβάνονται, πέρα από την αξιολόγηση διδασκαλιών, η οργάνωση και υλοποίηση επιμορφωτικών σεμιναρίων για τους εκπαιδευτικούς, η παροχή επιστημονικής και παιδαγωγικής καθοδήγησης, καθώς και δειγματικές διδασκαλίες. Ωστόσο, όλα αυτά τα καθήκοντα δεν λαμβάνονται υπόψη ως διδακτική εμπειρία σύμφωνα με την τρέχουσα νομοθεσία και δεν μοριοδοτούνται ανάλογα. Είναι αντικειμενικά απογοητευτικό το γεγονός ότι η νέα πρόταση νόμου δεν φροντίζει για μια σχετική δικαιοσύνη. Προτείνουμε την αναθεώρηση αυτής της ρύθμισης καθώς η διασφάλιση της ισότητας και της δικαιοσύνης είναι θεμελιώδης για μια αποτελεσματική και δίκαιη εκπαιδευτική πολιτική.
Β. Επιλογή Αποσπώμενων Εκπαιδευτικών: Η παράγραφος 3γ του άρθρου 3 προβλέπει την επιλογή αποσπώμενων εκπαιδευτικών στο «Ψηφιακό Φροντιστήριο» με βάση αόριστα κριτήρια όπως η εμπειρία, η επιστημονική κατάρτιση στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση, οι επικοινωνιακές δεξιότητες και η προσωπικότητά τους. Αυτή η αοριστία δημιουργεί ανησυχίες για την αμεροληψία και την αξιοκρατία της διαδικασίας. Προτείνουμε τη θέσπιση συγκεκριμένων και αντικειμενικών κριτηρίων επιλογής, τα οποία θα διασφαλίζουν διαφάνεια και δικαιοσύνη. Είναι σημαντικό οι διαδικασίες επιλογής να είναι σαφείς και δίκαιες, ώστε να μην υπάρχει καμία αμφιβολία για την αξιοπιστία τους.
Γ. Επέκταση Ψηφιακής Εκπαίδευσης: Η παράγραφος 8 του άρθρου 3 αναφέρεται στη δυνατότητα επέκτασης της ψηφιακής εκπαίδευσης σε περισσότερες τάξεις και μαθήματα. Θεωρούμε ότι αυτή η αναφορά πρέπει να περιοριστεί στο Ψηφιακό Φροντιστήριο και όχι στη γενική εκπαίδευση, ώστε να προστατευτεί η δια ζώσης διδασκαλία και η ποιότητα της εκπαίδευσης. Η ψηφιακή εκπαίδευση μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά, αλλά δεν πρέπει -ούτε μπορεί- να υποκαταστήσει τη δια ζώσης διδασκαλία, η οποία είναι ανεκτίμητη.
Δ. Αυτόνομες Τάξεις σε Απομακρυσμένες Περιοχές: Το άρθρο 5 αναφέρεται στη δημιουργία αυτόνομων τάξεων σε απομακρυσμένες περιοχές, με την πρόβλεψη ψηφιακής συμπλήρωσης της διδασκαλίας. Η πρόβλεψη αυτή χρειάζεται προσοχή για να μην οδηγήσει στην πλήρη ψηφιοποίηση της διδασκαλίας και στην αποδυνάμωση της φυσικής παρουσίας των εκπαιδευτικών. Προτείνουμε την παροχή επιπλέον κινήτρων στους/στις εκπαιδευτικούς που στελεχώνουν -δια ζώσης- τις τάξεις στις απομακρυσμένες περιοχές, όπως οικονομικές παροχές, στήριξη στη διαμονή και αναγνώριση του έργου τους, για να εξασφαλιστεί ότι οι εκπαιδευτικοί θα είναι πρόθυμοι να υπηρετήσουν σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες.
Ε. Παιδαγωγική Ευθύνη Συμβούλων Εκπαίδευσης: Σύμφωνα με το Άρθρο 10 του Σχεδίου Νόμου περί Παιδαγωγικής Ευθύνης Συμβούλων Εκπαίδευσης, οι Σύμβουλοι Εκπαίδευσης (Σ.Ε.) μπορούν να αναλαμβάνουν την παιδαγωγική ευθύνη σχολείων που ανήκουν σε διαφορετική Διεύθυνση Εκπαίδευσης από αυτή στην οποία υπάγονται, καθώς και την παιδαγωγική ευθύνη σχολικών μονάδων άλλης βαθμίδας από αυτή στην οποία τοποθετούνται.
Η παραπάνω τροποποίηση δημιουργεί την αίσθηση ότι η παιδαγωγική ευθύνη ανατίθεται σε σχολικές μονάδες διαφορετικής βαθμίδας χωρίς να λαμβάνονται επαρκώς υπόψη οι παιδαγωγικοί όροι. Η αρμοδιότητα της υποστήριξης των σχολείων είναι εξαιρετικά σημαντική, καθώς κάθε βαθμίδα αντιμετωπίζει μοναδικές προκλήσεις και απαιτεί εξειδίκευση που οι Σ.Ε. πρέπει να διαθέτουν.
Επιπλέον, ενώ οι Σ.Ε. συνεχίζουν να υπάγονται σε μια συγκεκριμένη Διεύθυνση Εκπαίδευσης, φαίνεται ότι μέσω αυτής της διάταξης δύναται να αναλάβουν την ευθύνη σχολικών μονάδων σε επίπεδο Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει προκλήσεις, καθώς οι Σ.Ε. θα κληθούν να υποστηρίξουν σχολικές μονάδες σε πολλαπλές και διαφορετικές περιοχές, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε εξάντληση και μειωμένη αποτελεσματικότητα λόγω της γεωγραφικής διασποράς των καθηκόντων τους.
Σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η παιδαγωγική υποστήριξη κάθε σχολικής μονάδας απαιτεί στην πραγματοποίηση επί τόπου επισκέψεων.
Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν έξοδα μετακινήσεων χωρίς περιορισμούς στις χιλιομετρικές αποστάσεις.
Δυστυχώς, η ισχύουσα νομοθεσία σε πολλές περιπτώσεις δεν καλύπτει αυτά τα έξοδα, με εξαίρεση τις μετακινήσεις που αφορούν στην ατομική αξιολόγηση.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι Σύμβουλοι Εκπαίδευσης (Σ.Ε.), σε αρκετές περιπτώσεις, να επωμίζονται εξ ολοκλήρου το κόστος των μετακινήσεών τους για την παιδαγωγική υποστήριξη και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και σε πολλές άλλες να πρέπει να καλύπτουν μέρος αυτών.
Είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι το προτεινόμενο σχέδιο νόμου δεν αντιμετωπίζει αυτή τη σημαντική ανάγκη, παρά το ότι έχουμε καταθέσει επανειλημμένα σχετικά αιτήματα και συγκεκριμένες προτάσεις. Ελπίζουμε ότι αυτή η σημαντική παράλειψη θα ληφθεί υπόψη κατά την ψήφιση του νόμου, ώστε να εξασφαλιστεί η απαραίτητη υποστήριξη για τις σχολικές μονάδες και τους εκπαιδευτικούς, χωρίς το βάρος των μετακινήσεων να επιβαρύνει τους ίδιους τους Συμβούλους Εκπαίδευσης.
Συμπεράσματα: Ως ΠΕ.ΣΥ.Ε. καλούμε το Υ.ΠΑΙ.Θ.Α. να επανεξετάσει τις παραπάνω ρυθμίσεις, διασφαλίζοντας δικαιοσύνη και ισοτιμία στην εκπαιδευτική κοινότητα. Εκφράζουμε τη στήριξή μας σε κάθε προσπάθεια παροχής ποιοτικής εκπαίδευσης σε όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτως τόπου διαμονής ή οικονομικών κριτηρίων. Ωστόσο, το ενδιαφέρον μας εστιάζει στην ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Με δεδομένο ότι η φυσική παρουσία και η δια ζώσης σχέση μεταξύ εκπαιδευτικού–μαθητή/τριας δεν μπορούν να αντικατασταθούν, θεωρούμε ότι θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερο βάρος στην ποιότητα του ψηφιακού εκπαιδευτικού υλικού παράλληλα με κατάλληλο σχεδιασμό για εφαρμογή σύγχρονων μαθητοκεντρικών μεθόδων διδασκαλίας. Ενθαρρύνουμε θετικές πρωτοβουλίες για βοήθεια μαθητών/τριών που αντιμετωπίζουν δύσκολες συνθήκες διαβίωσης, αλλά απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στην ψηφιακή ενίσχυση της εκπαιδευτικής διαδικασίας παράλληλα με επαρκή υποστήριξη εκπαιδευτικών που ζουν και διδάσκουν -δια ζώσης- σε απομακρυσμένες περιοχές.
Πανελλήνια Ένωση Συμβούλων Εκπαίδευσης (Π.Ε.ΣΥ.Ε.)