Τελικά πόσο διαφέρει ένας “υγιής” από έναν ψυχικά “ασθενή”;

Είναι γνωστό πως τα άτομα με ψυχικές διαταραχές έχουν να αντιμετωπίσουν μια πληθώρα προβλημάτων, που δεν περιορίζονται μονάχα στη σφαίρα των συμπτωμάτων της εκάστοτε ψυχικής διαταραχής.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το στίγμα σε βάρος τους, που κυριαρχεί στην κοινωνία. Κατά τη γνώμη μου, το στίγμα αυτό θρέφεται από την άγνοια. Μια άγνοια που οδηγεί πολλούς στο χλευασμό των ατόμων με διαταραχές, ο οποίος αφορμάται από την πεποίθηση πως τα άτομα αυτά αντιλαμβάνονται διαφορετικά και λανθασμένα την πραγματικότητα.

Κι όμως, πόσο καλά μπορεί να ισχυριστεί ένας ”φυσιολογικός” ότι γνωρίζει τον κόσμο έτσι όπως είναι; Πόσο σίγουρος μπορεί να είναι κανείς ότι τα φαινόμενα που αντιλαμβάνεται αντιστοιχούν σε μια αντικειμενική πραγματικότητα; Μήπως οι εξωτερικές πληροφορίες φτάνουν σε εμάς αλλοιωμένες, φιλτραρισμένες από τις πλάνες των αισθητήριων οργάνων μας αλλά και από τις προηγουμένως εδραιωμένες αντιλήψεις μας;

Για τη διαφορά ανάμεσα στα φαινόμενα και το είναι του κόσμου, καθώς και τη δυνατότητα του ανθρώπου να τα προσεγγίσει, έχουν μιλήσει αρκετοί φιλόσοφοι, μεταξύ των οποίων οι Kant, Hegel, Husserl και Heidegger. Ο Kant, μάλιστα, υποστήριζε πως μπορούμε να γνωρίσουμε τον κόσμο μόνο μέσα από τα φαινόμενά του, ενώ ο νους μας αδυνατεί να βιώσει άμεσα το είναι του. Τι καλύτερο έχει, λοιπόν, η δική μας νοθευμένη πραγματικότητα, από τη νοθευμένη πραγματικότητα των ψυχικά ασθενών;

Η μόνη διαφορά τους είναι πως η πρώτη είναι μια πλάνη της πλειοψηφίας, μια κοινή σύμβαση που δέχονται οι περισσότεροι άνθρωποι και γι’ αυτό έχει μεγαλύτερη δύναμη, γι’ αυτό κάποιοι θεωρούν πως μπορούν να χλευάσουν την πραγματικότητα των άλλων. Είναι φανερό, όμως, πως μια τέτοια αντιμετώπιση στερείται αντικειμενικής βάσης.

Ορισμός Ψυχικής Διαταραχής

Επιπλέον, και οι δύο πραγματικότητες συνεπάγονται τη συμμετοχή στον ψυχικό πόνο, η κάθε μία στο δικό της ιδιαίτερο επίπεδο. Πιο συγκεκριμένα, στο DSM-IV-TR η ψυχική διαταραχή ορίζεται ως εξής: ”Ένα κλινικά σημαντικό συμπεριφορικό ή ψυχολογικό σύνδρομο ή μοτίβο που εμφανίζει κάποιος, το οποίο συνδέεται με δυσφορία (π.χ. ένα επώδυνο σύμπτωμα) ή με αναπηρία (δηλαδή μείωση της λειτουργικότητας σε έναν ή περισσότερους σημαντικούς τομείς της ζωής του ατόμου) ή με σημαντικά αυξημένο κίνδυνο οδύνης, θανάτου, πόνου, αναπηρίας, ή με σημαντική μείωση της ελευθερίας του ατόμου.

Επιπλέον, το συγκεκριμένο σύνδρομο ή μοτίβο δεν πρέπει να αποτελεί απλώς μία αναμενόμενη και πολιτισμικά αποδεκτή αντίδραση σε ένα γεγονός, όπως, για παράδειγμα, στο θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου. Όποια κι αν είναι η αρχική του αιτία, πρέπει στην παρούσα φάση να θεωρείται εκδήλωση συμπεριφορικής, ψυχολογικής ή βιολογικής δυσλειτουργίας του ατόμου”.

Οι ψυχικά ασθενείς, βέβαια, δεν έχουν βιώσει μόνο τον πόνο που είναι απόρροια της ψυχικής ασθένειας. Έχουν γίνει αποδέκτες και του ψυχικού πόνου που τους προκάλεσε εξ’ αρχής την ασθένεια. Ας προσθέσουμε εδώ και την αντιμετώπιση του πόνου από την κακομεταχείρηση στο ίδρυμα καθώς και από την περιθωριοποίηση της κοινωνίας, ίσως ακόμα και της οικογένειάς τους. Και πάλι δε διαφαίνεται κάποιος λόγος για την ύπαρξη του στίγματος απέναντί τους. Αντιθέτως, η αναγνώριση του πόνου που βιώνουν αυτοί οι άνθρωποι και της συνεχόμενης προσπάθειας που καταβάλλουν για να τον ξεπεράσουν, θα ήταν πιο λογικό να προκαλέσει εν μέρει την κατανόηση και εν μέρει το θαυμασμό μας.

Έτσι, λοιπόν, μειώνεται κάπως το χάσμα ανάμεσα σε έναν ”υγιή” και έναν ψυχικά ”ασθενή”. Ας μη ξεχνάμε και την άποψη του Freud, ο οποίος έβλεπε την ψυχική διαταραχή ως ένα συνεχές. Με άλλα λόγια, για τους ψυχαναλυτές, η φυσιολογικότητα και η μη φυσιολογικότητα συνδέονται και όλοι, σε κάποιο βαθμό, είμαστε ασθενείς. Προφανώς, το κείμενο αυτό δεν είναι δυνατόν παρά να καλύψει πολύ μικρό μέρος του προβλήματος και να αναφέρει λίγα επιχειρήματα υπέρ της εξάλειψης των προκαταλήψεων απέναντι στα άτομα που έχουν ή είχαν κάποια ψυχική διαταραχή.

Ελπίζω, όμως, να έγιναν φανεροί, έστω και σε μικρό βαθμό, κάποιοι από τους λόγους που τα άτομα αυτά δεν είναι άξια της περιθωριοποίησης της κοινωνίας, αλλά μάλλον της κατανόησης, αν όχι και του θαυμασμού της.

ΠΗΓΗ : e-psychology 

Απάντηση