Οι προοπτικές εργασίας στην πληροφορική και το ελληνικό παράδοξο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ Α. ΜΗΤΚΑΣ*
Οι πρόσφατες δηλώσεις του διευθύνοντος συμβούλου της Pfizer, στα εγκαίνια του Κέντρου Ψηφιακής Καινοτομίας στη Θεσσαλονίκη, ότι η εταιρεία είναι απόλυτα ικανοποιημένη από την ποιότητα και το πλήθος των επιστημόνων που προσέλαβε, πιστοποιούν με τον καλύτερο τρόπο αυτό που όλοι αντιλαμβανόμαστε. Η Ελλάδα διαθέτει καλά εκπαιδευμένο επιστημονικό δυναμικό, το οποίο στη συντριπτική του πλειονότητα αποφοίτησε από τα ελληνικά πανεπιστήμια. Η γνωστή φαρμακοβιομηχανία απασχολεί ήδη μερικές εκατοντάδες πτυχιούχων Τμημάτων Πληροφορικής και Μηχανικών Υπολογιστών και αναμένεται να συνεχίσει τις προσλήψεις.
Οι περιζήτητες αυτές θέσεις εργασίας στον κλάδο, κυρίως, της Πληροφορικής έρχονται να προστεθούν σε χιλιάδες αντίστοιχες σε όλη την Ελλάδα, οι οποίες δημιουργούνται για να αντιμετωπιστούν οι διαρκώς αυξανόμενες απαιτήσεις σε προσωπικό εξειδικευμένο στις νέες τεχνολογίες. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της χώρας που κινείται με γοργούς ρυθμούς, οι συνεχείς προσπάθειες των επιχειρήσεων να παραμένουν ανταγωνιστικές σε μια παγκόσμια αγορά, η αναδυόμενη θαλερότητα του οικοσυστήματος καινοτομίας, αλλά και οι προσδοκίες που γεννούν οι αναμενόμενες εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλων χρηματοδοτικών εργαλείων, δημιουργούν κλίμα ευφορίας στην αγορά πληροφορικής και μια ιδιόμορφη κατάσταση. Η χώρα έχει έλλειψη ικανών στελεχών πληροφορικής. Η γνωστή στους εργοδότες του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα έλλειψη αυτή, διασφαλίζει στους εργαζόμενους σε αυτά τα αντικείμενα ένα ικανοποιητικό έως πολύ καλό επίπεδο αμοιβών.
Η έλλειψη, βεβαίως, δεν οφείλεται σε κακό σχεδιασμό της πολιτείας ή σε λανθασμένη εκτίμηση των αναγκών της αγοράς, αφού ο συνολικός αριθμός των εισακτέων σε Τμήματα Πληροφορικής ή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών την τελευταία δεκαετία παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Το όντως υπολογίσιμο ποσοστό των πτυχιούχων αυτών των τμημάτων που φεύγει για μεταπτυχιακές σπουδές ή εργασία στο εξωτερικό και επιλέγει να ακολουθήσει μια σταδιοδρομία εκτός Ελλάδας δεν αρκεί για να εξηγήσει την έλλειψη.
Από τα στοιχεία που καταθέτουν στη βάση δεδομένων της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) όλα τα πανεπιστήμια της χώρας, προκύπτουν οι εξής ενδιαφέρουσες διαπιστώσεις: Οι θέσεις που προσφέρονται από το 2015 μέχρι σήμερα στα συναφή τμήματα (47 ΑΕΙ και ΤΕΙ το 2015, 37 πανεπιστημιακά σήμερα) κυμαίνονται στις 8.000-9.000 κατ’ έτος. Στα ίδια τμήματα και για το ίδιο χρονικό διάστημα, η συνολική ετήσια παραγωγή πτυχίων δεν ξεπερνάει τις 4.000. Παρατηρείται, δηλαδή, χαμηλός ρυθμός αποφοίτησης σε μια επιστημονική περιοχή, την ίδια περίοδο που η αντίστοιχη αγορά εργασίας είναι ιδιαίτερα δυναμική.
Πρέπει να αλλάξει το εθνικό μας αφήγημα που επαναλαμβάνει μονότονα τα υψηλά ποσοστά ανεργίας των νέων επιστημόνων.
Σε παρόμοια περίπτωση πριν από χρόνια, όταν οι απόφοιτοι των Τμημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης διορίζονταν αμέσως ως δάσκαλοι, η μέση διάρκεια σπουδών για τη λήψη πτυχίου σε αυτά τα τμήματα είχε προσεγγίσει τα τέσσερα έτη. Με άλλα λόγια, το σύνολο σχεδόν των φοιτώντων στα Παιδαγωγικά Τμήματα ολοκλήρωναν τις σπουδές τους στον ελάχιστο δυνατό χρόνο, γιατί γνώριζαν ότι τους περιμένει μια θέση εργασίας.
Οι φοιτήτριες και οι φοιτητές πληροφορικής φαίνεται ότι δεν βιάζονται να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους και να ενταχθούν στην πραγματική οικονομία που τους προσφέρει ενδιαφέρουσες δουλειές και καλές προοπτικές. Και αυτό το παράδοξο πρέπει να διερευνηθεί, πρωτίστως από τους καθηγητές του κάθε τμήματος και δευτερευόντως από τους φορείς που χαράσσουν πολιτικές στην παιδεία αλλά και στην απασχόληση. Η ΕΘΑΑΕ έχει ξεκινήσει την ανάλυση αυτών των τάσεων και διερευνά τους παράγοντες που μπορεί να τις διαμορφώνουν.
Ενας παράγοντας που θα επιβραδύνει, έτι περαιτέρω, τη μετάβαση των φοιτητών πληροφορικής στον παραγωγικό ιστό της Ελλάδας είναι η επιμήκυνση της τυπικής διάρκειας των προπτυχιακών σπουδών σε μια σειρά τμημάτων. Η πανεπιστημιοποίηση των ΤΕΙ, που συντελέστηκε το 2018-19, ώθησε όλα τα Τμήματα Μηχανικών, μεταξύ αυτών και τα επτά τμήματα Μηχανικών Υπολογιστών, να προσθέσουν ένα πέμπτο έτος στα μέχρι τότε τετραετή προγράμματα σπουδών. Το αποτέλεσμα, φυσικά, θα είναι η καθυστέρηση κατά ένα τουλάχιστον έτος της εξόδου των νέων στελεχών πληροφορικής στην αγορά εργασίας.
Δύο καίριες παρεμβάσεις μπορούν να βελτιώσουν τον ρυθμό αποφοίτησης στα τμήματα Πληροφορικής. Η πρώτη οφείλει να είναι εσωτερική, με το προσωπικό της κάθε σχολής να εντοπίζει τα αίτια της συσσώρευσης και να βρίσκει τρόπους ενίσχυσης των φοιτητών που αντιμετωπίζουν προβλήματα με τις σπουδές τους. Η δεύτερη παρέμβαση είναι εξωτερική αλλά εξίσου σημαντική. Πρέπει να αλλάξει το εθνικό μας αφήγημα που επαναλαμβάνει μονότονα τα υψηλά ποσοστά ανεργίας των νέων επιστημόνων. Ασφαλώς είναι γεγονός μετρήσιμο πως οι νέες και οι νέοι επιστήμονες δυσκολεύονται να βρουν δουλειά, αλλά αυτό δεν συμβαίνει με τους επιστήμονες πληροφορικής. Δημόσιοι φορείς και επιμελητήρια, μικροί και μεγάλοι εργοδότες, δημοσιογράφοι και αναλυτές, ας αναδείξουμε τις εξαιρετικές ευκαιρίες απασχόλησης που προσφέρει η εθνική μας οικονομία στον κλάδο της πληροφορικής, για να κρατήσουμε περισσότερους νέους και νέες στην Ελλάδα, να αφυπνίσουμε όσους καθυστερούν την αποφοίτησή τους και να τους παρακινήσουμε να αδράξουν τις ευκαιρίες. Για να προσφέρουμε στην εθνική μας οικονομία τα στελέχη που χρειάζεται και να προσελκύσουμε και άλλα κέντρα ψηφιακών υπηρεσιών από μεγάλες εταιρείες.
* O κ. Περικλής Α. Μήτκας είναι καθηγητής του ΑΠΘ, πρόεδρος της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης.
πηγή: https://www.kathimerini.gr/