Πριν πολλά, πολλά χρόνια ένα μικρό νησάκι, καταμεσής στο Αιγαίο, είχε πρόβλημα με μια βραχονησίδα στην είσοδο του λιμανιού του. Πολλοί καραβοκύρηδες τη νύχτα τσάκιζαν τα πλεούμενά τους, γιατί ήταν σε μπαμπέσικο σημείο και δεν διακρινόταν εύκολα.
Κάνανε λοιπόν συμβούλιο, διαβούλια και αποφάσισαν να τοποθετήσουν ένα φάρο. Βρέθηκε μάλιστα και φαροφύλακας, ο μπάρμπα- Αρχιμήδης, ο ψαράς που ζούσε ήσυχα στο νησάκι με την κυρά του, την Ασπασία. Θα πηγαίνανε να ζήσουν μόνιμα στη βραχονησίδα να φροντίζουν το φάρο με ό,τι καιρό και να έκανε.
Το ρεγάλο του θα ήταν μια φορά το μήνα το βάρος του να το παίρνει σε ό,τι προμήθεια ήθελε, λαδάκι για το φαγάκι τους και το καντήλι του Αϊ – Νικόλα, αλευράκι για το ψωμάκι τους και τις πεντανόστιμες πίτες της κυρά – Ασπασίας, το περίφημο ρακί του νησιού για να πηγαίνουν κάτω τα φαρμάκια, τέτοια.
Ο καιρός περνούσε όμορφα για το ζεύγος και για τους καραβοκύρηδες που δεν τσακίζονταν πια στα βράχια.
Ο μπάρμπα – Αρχιμήδης κάθε μήνα ερχόταν με την βαρκούλα του, με καλό καιρό βέβαια, και τον υποδέχονταν με μια μικρή γιορτή, ανέβαινε σε μια ζυγαριά-καντάρι και από την άλλη μεριά της ζυγαριάς προσθέτανε ό,τι ζητούσε μέχρι να ισορροπήσει με τις προμήθειες.
Ώσπου μια μοιραία μέρα, καταραμένη μέρα, σπάει η ζυγαριά – καντάρι.
Ο μπάρμπα – Αρχιμήδης δεν έπαθε τίποτε, αλλά όλη η ομήγυρης πάγωσε!
Μούδιασε όλη η νήσος!
Τώρα; Ζυγαριά δεν υπήρχε άλλη.
Μια την είχανε και για να ’ρθει άλλη στο νησί θα περνούσαν μέρες. Έπρεπε όμως επειγόντως να πάει το λαδάκι γιατί τρεμόσβηνε το καντήλι του Αγίου και όπου ν ’τανε θ’ άρχιζαν και οι άνεμοι και χωρίς αλευράκι, ρακάκι….
Πελάγωσαν όλοι.
Σκέφτηκαν οι προεστοί, σκέφτηκαν οι καραβοκύρηδες, σκέφτηκαν ο παπάς με τον καντηλανάφτη, τίποτε!
Ζητούμενο : Ο μπάρμπα – Αρχιμήδης όμως, κάποια στιγμή, αναφώνησε: ΕΥΡΗΚΑ !!!
Έγινε τελικά η ζύγιση και σε μερικά λεπτά έφυγε έγια μόλα – έγια λέσα, αχ, βρε θάλασσα μπαμπέσα!!!!
Άραγε τι σκέφτηκε ο μπάρμπα – Αρχιμήδης?
Προτάθηκε από Carlo de Grandi
Λύση:
Α) Η λύση είναι απλούστατη! Αρχικά ο μπάρμπα – Αρχιμήδης μπαίνει στην βάρκα χωρίς καμιά προμήθεια και σημαδεύει εξωτερικά μέχρι το σημείο στο οποίο βυθίστηκε η βάρκα. Έπειτα αποβιβάζεται από την βάρκα και την φορτώνει με προμήθειες μέχρις ότου η βάρκα να βυθιστεί στο σημείο που σημάδεψε αρχικά. Έτσι απέκτησε τόσες προμήθειες όσο είναι το βάρος του!
Β) Σε ένα ψηλό σημείο στερέωσαν μια τροχαλία στην οποία πέρασαν ένα σχοινί στις άκρες του οποίου ήταν στην μία ο μπάρμπα – Αρχιμήδης (μέσα σε ένα καλάθι) και στην άλλη ένα καλάθι (ισοβαρές με το προηγούμενο). Ο μπάρμπα – Αρχιμήδης περίμενε να γεμίσουνε το καλάθι με τρόφιμα και φυσικά ρακί μέχρι να ανυψωθεί το καλάθι, στ’ οποίο βρισκόταν ο μπάρμπα – Αρχιμήδης και να ισορροπήσει.
Γ) Αν το χωριό του νησιού διαθέτει παιδική χαρά θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την τραμπάλα σα ζυγό τοποθετώντας ένα κιβώτιο με τρόφιμα από τη μια πλευρά και τον μπάρμπα – Αρχιμήδη από την άλλη, ώστε να πετύχουν την θέση ισορροπίας αυξομειώνοντας τα τρόφιμα χρησιμοποιώντας και ένα αλφάδι (αν έβρισκαν)….!!!!
Δ) Γνωρίζουμε ότι το καντάρι είναι ένας μοχλός, άρα η λύση θα πρέπει να δοθεί με μοχλό. Βρίσκουμε λοιπόν ένα καδρόνι ( σανίδα ) και ένα υπομόχλιο σχήματος τριγωνικού πρίσματος. Τοποθετούμε το τριγωνικό πρίσμα ( κατά μήκος ) στο μέσο της σανίδας ( αν αυτή είναι ομογενής ), διαφορετικά σε τέτοιο σημείο ώστε να ισορροπεί η σανίδα. Στην μία άκρη βάζουμε να καθίσει ο μπάρμπα – Αρχιμήδης και στην άλλη άκρη τοποθετούμε τα τρόφιμα έως ότου η σανίδα έρθει σε οριζόντια θέση, τότε τα τρόφιμα έχουν το ίδιο βάρος με τον μπάρμπα – Αρχιμήδη.